English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2011

Ελλάδα Ζαγοροχώρια: ξύλο, πέτρα, πλούσια βλάστηση και νερό τα υλικά της αισθητικής

Όσο και να θέλει κάποιος που ασχολείται με το ταξιδιωτικό
 
Ζαγοροχώρια: ξύλο, πέτρα και νερό τα υλικά της αισθητικής
 ρεπορτάζ να προσφέρει νέους εναλλακτικούς προορισμούς στους αναγνώστες του, ευτυχώς δεν μπορεί να αποφύγει κάποια μέρη που συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των επισκεπτών. Για πολλά χρόνια ο χειμερινός τουρισμός στην Ελλάδα ήταν… εξωτικό φρούτο. Τις τελευταίες δεκαετίες όμως, ο χειμερινός τουρισμός στην Ελλάδα ελκύει ολοένα και περισσότερους. Αυτό συμβαίνει γιατί η μικρή μας χώρα έχει απαράμιλλου κάλλους περιοχές, όπως αυτή στην οποία θα σας ξεναγήσουμε σήμερα, τα φημισμένα Ζαγοροχώρια.
Ενδώσαμε, λοιπόν, κι εμείς στον πειρασμό να επισκεφθούμε έναν πολύ «in» χειμερινό ορεινό προορισμό, για να απολαύσουμε τις εικόνες, τους ήχους και τις γεύσεις που προσφέρει αυτή η πανέμορφη περιοχή του νομού Ιωαννίνων. Βλέπετε, με διάφορες μέχρι τώρα αναφορές μας και αφιερώματα, σχεδόν «τα είχαμε κυκλώσει», αλλά ποτέ δεν «στρίψαμε» με το αυτοκίνητό μας για να τα γνωρίσουμε. Ίσως να είναι πιο όμορφα να επισκεφθείς όλες αυτές τις περιοχές την άνοιξη που η φύση οργιάζει, αλλά τα Ζαγοροχώρια σε προκαλούν να τα επισκεφθείς και το χειμώνα για να σε «μπολιάσουν» μέσα στο γνώριμο σκηνικό τους...

Τα Γιάννενα μας υποδέχτηκαν ηλιόλουστα, αφήσαμε πίσω μας την Παμβώτιδα και δεν μπήκαμε στον πειρασμό να επισκεφθούμε για μια ακόμα φορά το Μέτσοβο ακολουθώντας τη διαδρομή προς Καλπάκι και Κόνιτσα. Οι πινακίδες που μας οδηγούσαν προς τα Ζαγοροχώρια και τον Εθνικό Δρυμό Βίκου-Αώου μας επισήμαναν ότι το μέρος είναι ξακουστό. Δεν ξέραμε από πού να ξεκινήσουμε, αφού μελετώντας τους χάρτες της περιοχής είχαμε μάθει ότι το Ζαγόρι χωρίζεται σε τρία μέρη, στο δυτικό, το κεντρικό και το ανατολικό.

Λίγη ιστορία
Το Ζαγόρι έχει πάρει την ονομασία του από τις σλαβικές λέξεις «Za», που σημαίνει «πίσω», και «gora», που σημαίνει «βουνό». Όταν οι Σλάβοι βρέθηκαν στην περιοχή, την ονόμασαν έτσι ακολουθώντας το αρχαίο «Παρωραία», που σημαίνει «παρά το όρος» και αναφερόταν στο βουνό Τύμφη. Η ιστορία των χωριών ακολουθεί την ιστορία της περιοχής του νομού Ιωαννίνων, όπως αυτή διατρέχει τους αιώνες. Τα Ζαγοροχώρια είναι 46 στο σύνολό τους και το βασικό χαρακτηριστικό τους είναι ότι οι οικισμοί είναι χτισμένοι ως «προέκταση» του φυσικού περιβάλλοντος.
Το Ζαγόρι κατοικήθηκε κατά πάσα πιθανότητα για πρώτη φορά ως ένα σύνολο οικισμών από τη φυλή των Μολοσσών, σύμφωνα με τα ευρήματα των αρχαιολογικών ανασκαφών. Κατά τους ιστορικούς της περιοχής, το Ζαγόρι αποτέλεσε τόπο εγκατάστασης σλαβικών φυλών, εκτός από τις μεγάλες επιδρομές που δέχτηκε. Όμως η ιστορία αυτής της περιοχής, όπως και άλλων περιοχών της χώρας μας, έχει την ουσιαστική της αφετηρία στην Τουρκοκρατία. Ο λόγος είναι γνωστός: ελληνικοί πληθυσμοί, που διεκδικούσαν την αυτονομία τους από την τουρκική διοίκηση, εγκαταστάθηκαν στα ορεινά και δέχτηκαν ασμένως τα προνόμια που είχαν οι κοινότητες επί Τουρκοκρατίας, πληρώνοντας, βέβαια, τους βαρείς φόρους στην οθωμανική διοίκηση. Όπως ξέρουμε, στα προνόμια αυτά ανήκε η θρησκευτική ελευθερία αλλά και η εσωτερική αυτόνομη διοίκηση των περιοχών. Μέχρι και τα μέσα του 19ου αιώνα τα Ζαγοροχώρια διατήρησαν αυτά τα προνόμια, αλλά προς το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, και μετά την επανάσταση των Νεότουρκων εναντίον του Αμπντούλ Χαμίτ, τα χωριά έχασαν τα βασικά τους προνόμια.
Κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, επειδή οι οικισμοί είχαν αναπτυχθεί και οικονομικά, πολλοί Ζαγοροχωρίτες στράφηκαν στα γράμματα και τις τέχνες. Η μεγάλη όμως προσφορά του Ζαγορίου στην ελληνική Ιστορία ήταν την περίοδο της ιταλικής εισβολής στην Ελλάδα, όταν οι κάτοικοι της περιοχής, με απαράμιλλο θάρρος και ηρωισμό, είτε αντιστάθηκαν στον Ιταλό εισβολέα είτε βοήθησαν με το παραπάνω τον ελληνικό στρατό στην αντιμετώπιση του εχθρού.

Εθνικός Δρυμός Βίκου-Αώου
Πριν περάσουμε στην περιήγησή μας στα χωριά, η οποία πραγματικά μας έμεινε αξέχαστη, επισκεφθήκαμε το φαράγγι του Βίκου που είναι ένα από τα πιο γνωστά αξιοθέατα του Ζαγορίου και τα τελευταία χρόνια έχει γίνει ένα από τα πιο γνωστά αξιοθέατα της Ελλάδας. Αυτό το μεγάλο, βαθύ και εντυπωσια κό φαράγγι, με τους κάθετους γεωλογικούς σχηματισμούς, σε καθηλώνει από την πρώτη στιγμή της επίσκεψης. Το φαράγγι του Βίκου βρίσκεται στα νοτιοδυτικά του όρους Γκαμήλα ή Τύμφη και το υψόμετρό του κυμαίνεται από 550 έως 1.780 περίπου μέτρα. Το μήκος του φτάνει περίπου τα 25 χλμ. και το βάθος του τα 900 μέτρα, ενώ η κατεύθυνσή του είναι από τα νοτιοανατολικά προς τα βορειοδυτικά. Το εκπληκτικό είναι ότι μέσα στο φαράγγι βρίσκονται οι πηγές του Βοϊδομάτη, το ποτάμι που διατρέχει το Ζαγόρι, κοντά στο χωριό Βίκος. Το φαράγγι μαζί με τον Βοϊδομάτη αποτελούν τα βασικά «συστατικά στοιχεία» του Εθνικού Δρυμού Βίκου-Αώου. Ο δρυμός ιδρύθηκε το 1973 με βασικό στόχο την προστασία της χλωρίδας και της πανίδας σε όλη την περιοχή του Ζαγορίου, και ειδικά στο φαράγγι του Βίκου και τη χαράδρα του ποταμού Αώου, συμπεριλαμβανομένης και της ορεινής περιοχής της Τύμφης. Δυστυχώς, λόγω των καταστροφικών πυρκαγιών αλλά και της υπερβόσκησης που «πλήττει» την περιοχή, η χλωρίδα και η πανίδα έχουν υποστεί τις συνέπειες αυτών των ανθρώπινων παρεμβάσεων. Το πιο γνωστό είδος που ενδημεί στο σημαντικό αυτό βιότοπο της χώρας μας είναι η αρκούδα, αλλά και το ζαρκάδι, ο λύκος, το αγριογούρουνο –το κυνηγούν πάρα πολύ, καθώς αποτελεί εκλεκτό μεζέ–, η αγριό γιδα και η βίδρα. Όσον αφορά στη χλωρίδα, η άγρια φυσική ομορφιά των Ζαγοροχωρίων συνδυάζεται με τα αλτικά λιβάδια και τις δρακολίμνες που υπάρχουν στην περιοχή. Πολλά είδη που ευδοκιμούν στην περιοχή αποτελούν σπάνια είδη χλωρίδας παγκοσμίως.
Επίσης, στην περιοχή υπάρχει το φαράγγι του Μέγα Λάκκου, το Βικάκι και το φαράγγι του Αώου. Για να κατέβει κάποιος το φαράγγι μπορεί να το κάνει μέσω των μονοπατιών που υπάρχουν και ξεκινούν από διάφορα χωριά, αλλά το φαράγγι ξεκινά κανονικά από τα νοτιο ανατολικά της περιοχής του Ζαγορίου και το χωριό Τσεπέλοβο.

Η περιήγηση
Είχαμε αποφασίσει να καταλύσουμε στο Μονοδένδρι, για να έχουμε και πιο εύκολη πρόσβαση στο φαράγγι του Βίκου. Το Μονοδένδρι μαζί με το Πάπιγκο αποτελούν τα δύο πιο τουριστικά χωριά της περιοχής και μπορούμε να πούμε ίσως και από τα πιο όμορφα ορεινά χωριά που έχουμε συναντήσει σε όλη τη χώρα. Το πρώτο πράγμα που σε κερδίζει στο Μονοδένδρι αλλά και σε όλα τα χωριά της περιοχής είναι η αρχιτεκτονική. Το χωριό είναι χτισμένο σε υψόμετρο 1.060 μέτρων, με γυρισμένη την πλάτη στο φαράγγι του Βίκου. Διαθέτει αυτά τα εντυπωσιακά πέτρινα σπίτια με τα γραφικά λιθόστρωτα καλντερίμια. Φυσικά, το βασικό υλικό της κατασκευής των σπιτιών –σαν φυσική προέκταση των βράχων του φαραγγιού– είναι η πέτρα. Οι μάστορες του Ζαγορίου ή οι μάστορες από την Πάργα και άλλες περιοχές ήξεραν να τη λαξεύουν σωστά. Στην πέτρα παρεμβαίνει το ξύλο για να «δέσει» το φυσικό τοπίο της περιοχής. Τα σπίτια, τόσο αυτά των μόνιμων κατοίκων στο Μονοδένδρι όσο και τα νεότερα καταλύματα, αποτελούνται από το βασικό οίκημα, μια αυλή και τα μικρά κτίσματα που υπάρχουν μέσα σ’ αυτή. Από την αυλή δεν μπορείς να δεις έξω, χαρακτηριστικό γνώρισμα της εποχής που χτίστηκαν αυτά τα σπίτια ή της παράδοσης που κουβαλάνε, δηλαδή της ιδιωτικότητας του βίου κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Προφανώς, η τελική διαμόρφωση της αρχιτεκτονικής, όπως εμείς τη συναντάμε σήμερα, αποτελεί το «πάντρεμα» διαφόρων στοιχείων που αναφέραμε παραπάνω, δηλαδή φύση, ντόπια υλικά, παράδοση.
Είχε πια βραδιάσει όμως και είμαστε έτοιμοι να απολαύσουμε τις γεύσεις της περιοχής. Στο πρώτο εστιατόριο-μεζεδοπωλείο που συναντήσαμε μπήκαμε μέσα και ζητήσαμε πριν απ’ όλα να μας σερβίρουν τσίπουρο, και για να ζεσταθούμε αλλά και για να γευτούμε το περίφημο αυτό ποτό. Το εντυπωσιακό είναι ότι ακόμη και το τσίπουρο στην ηπειρώτικη γη είναι «λιτό και απέριττο», η γεύση του είναι ξηρή, καθαρίζει το λαιμό και τα πνευμόνια χωρίς να πέφτει βαρύ στο στομάχι. Το συγκεκριμένο που δοκιμάσαμε εμείς δεν ήταν καθόλου αρωματικό.

Στα φαγητά που παραγγείλαμε, το βασικό υλικό ήταν το ντόπιο κρέας που το φάγαμε μαγειρεμένο στη γάστρα με πατάτες –πραγματικό «λουκούμι»!– και φυσικά οι ηπειρώτικες πίτες, για τις οποίες οι κάτοικοι των χωριών του Ζαγορίου παινεύονται. Μετά την πρώτη ξενάγηση, το καλό τσίπουρο και το καλό φαγητό δεν απέμενε τίποτα καλύτερο από ένα γλυκό ύπνο.
Το πρωί ξυπνήσαμε με την υγρασία στα τζάμια και, μετά τον πρωινό καφέ στο κατάλυμά μας, πρώτος μας προορισμός ήταν οι πέτρινοι πύργοι της Οξιάς. Αυτό που μας έκανε εντύπωση ήταν η εξαιρετική θέα της χαράδρας του Αώου. Το μυαλό και τα μάτια μας άδειασαν από τις εικόνες της πόλης και τις σκοτούρες της καθημερινότητας και γέμισαν με τις πανέμορφες εικόνες της ηπειρώτικης φύσης. Όποιος επισκέπτεται το Μονοδένδρι δεν μπορεί να «αποφύγει» την επίσκεψη στη Μονή της Αγίας Παρασκευής που βρίσκεται κυριολεκτικά στο χείλος του γκρεμού του φαραγγιού του Βίκου και είναι ένα από τα πιο παλιά μοναστήρια στην Ήπειρο. Η είσοδος στο μοναστήρι γίνεται από ένα καλντερίμι όπως αυτά που σας περιγράψαμε στο Μονοδένδρι και μας οδηγεί στο εσωτερικό του. Αυτό το μοναστήρι-φρούριο χτίστηκε το 1412 από τον Μιχαήλ, Βοεβόδα της περιοχής. Και τα κτίσματα της μονής και το εσωτερικό της αποτελούν μνημείο αρχιτεκτονικής. Το κλασικό και πανέμορφο ξύλινο ζωγραφιστό τέμπλο καθώς και οι τοιχογραφίες δηλώνουν τη βαθιά θρησκευτικότητα των κατοίκων της περιοχής. Το μοναστήρι την περίοδο της Τουρκοκρατίας αποτέλεσε καταφύγιο για τους κατατρεγμένους.
Αφήσαμε το Μονοδένδρι και γυρίσαμε πίσω προς τη Βίτσα για να συναντήσουμε το Κουκούλι. Στο χωριό αυτό επισκεφθήκαμε και σας συστήνουμε ανεπιφύλακτα το Μουσείο Λαζαρίδη που στεγάζεται στο σπίτι του Κώστα Λαζαρίδη, ο οποίος έχει συγκεντρώσει όλα τα σπάνια φυτά του Βίκου. Το Κουκούλι είναι ένα χωριό που ο χρόνος φαίνεται να μην έχει περάσει από πάνω του. Η πολιτισμική μας περιήγηση συνεχίστηκε, αφού δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την αρχαία ιστορία της περιοχής, επισκεπτόμενοι τον αρχαίο οικισμό των Μολοσσών στον οποίο έχουν βρεθεί πολλοί τάφοι που χρονολογούνται από τον 9ο έως τον 4ο π.Χ. αιώνα. Περνώντας μέσα από την Αρίστη και θαυμάζοντας τη λιθόστρωτη κεντρική της πλατεία –όλα τα Ζαγοροχώρια έχουν την ίδια χωροταξική διάταξη: το κέντρο του χωριού είναι η πλατεία με τα δέντρα–, κατευθυνθήκαμε στο Πάπιγκο. Το Πάπιγκο αποτελείται από το μικρό και το μεγάλο, δηλαδή τις δύο γειτονιές-μαχαλάδες του οικισμού και είναι το πιο διάσημο χωριό στα Ζαγόρια. Η ανάβαση από την Αρίστη, και αφού έχετε διασχίσει το μονοπάτι, θα σας μείνει αξέχαστη. Αυτό που μας έκανε εντύπωση στο χωριό και στην αρχιτεκτονική του είναι τα αρχοντικά που είναι φτιαγμένα με άσπρη πέτρα. Από το μικρό Πάπιγκο μπορεί να κάνει κανείς την ανάβαση στην Τύμφη και η διαδρομή μέχρι εκεί, σύμφωνα με τους ντόπιους περιηγητές, διαρκεί 7 ώρες έως το καταφύγιο. Αυτό που μας έκανε επίσης εντύπωση είναι πως όλη αυτή η περιοχή «δένει» και με τις γύρω περιοχές της Πίνδου.
Αφήνοντας το μικρό και μεγάλο Πάπιγκο περιηγηθήκαμε από την Αρίστη με το αυτοκίνητό μας σε όλα τα χωριά και αυτό που παρατηρήσαμε και αξίζει ιδιαίτερη μνεία είναι τα γεφύρια της περιοχής. Τα μονότοξα, δίτοξα ή τρίτοξα γεφύρια είναι σήμα κατατεθέν για το Ζαγόρι αλλά και ένα από τα χαρακτηριστικότερα δείγματα αρχιτεκτονικής της Ηπείρου. Το τρίτοξο γεφύρι στους Κήπους, το πέτρινο γεφύρι του Καμπέρ Αγά στα νοτιοανατολικά του Ζαγορίου, το γεφύρι του Βοϊδομάτη και του Κόκορη στο χωριό Κουκούλι είναι οι «πρέσβεις» των τοξοτών γεφυριών του Ζαγορίου. Επίσης, για το τέλος αφήσαμε τις δρακολίμνες των Ζαγοροχωρίων, στις οποίες όμως για να φτάσετε θα πρέπει να περπατήσετε. Οι δρακολίμνες είναι ένα πολύ ιδιαίτερο φυσικό τοπίο – δυστυχώς δεν είναι εύκολα προσβάσιμες την περίοδο που επισκεφθήκαμε εμείς την περιοχή. Η δρακολίμνη της Γκαμήλας ή Τύμφης, που είναι η πιο γνωστή, απέχει τέσσερις ώρες πεζοπορίας και μικρής ανάβασης από το μικρό Πάπιγκο.
Η περιοχή είναι ιδανική για τους λάτρεις των extreme sports και των δραστηριοτήτων γενικά. Μπορείτε να κάνετε ράφτινγκ, αναρρίχηση, ορειβασία, ποδηλασία στο βουνό, σκι στη Βασιλίτσα, ακόμη και σκοποβολή στους Ασπραγγέλους για να εμπλουτίσετε την εκδρομή σας.
Γεμάτοι εικόνες και ήχους από τα νερά του Βοϊδομάτη και τα πτηνά της περιοχής, καθώς και από την εντυπωσιακή ώσμωση της φύσης με την ανθρώπινη αρχιτεκτονική παρέμβαση, έπρεπε να ικανοποιήσουμε για μια ακόμη φορά και την ανάγκη της γεύσης. Για όσους τους αρέσουν τα μανιτάρια υπάρχουν οι… θερμαντικές μανιταρόσουπες των εστιατορίων της περιοχής. Το χοιρινό τηγανιτό μπορεί να ανεβάσει λίγο τη χοληστερίνη σας, αλλά θα σας μείνει αξέχαστο. Και το κόκκινο ηπειρώτικο κρασί θα χαλαρώσει τις διεγερμένες από τα τοπία και τη φύση αισθήσεις σας.  
Πηγή : Επίκαιρα online

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου